ραχία

ραχία
(I)
και ιων. τ. ῥηχίη, ἡ, Α
1. η θάλασσα που φουσκώνει και σπάει στην ακτή (α. «ῥηχίη δ' ἐν αὐτῷ καὶ ἄμπωτις ἀνὰ πᾱσαν ἡμέρην γίνεται», Ηρόδ.
β. «αἴτιον δὲ λέγουσι Ποτιδαιῆται τῆς ῥηχίης και τῆς πλημμυρίδος καὶ τοῡ Περσικοῡ πάθεος γενέσθαι», Ηρόδ)
2. ο συνεχής χτύπος τών κυμάτων στην ακτή, ο ρόχθος
3. (σχετικά με όχλο) θόρυβος, πάταγος, οχλοβοή (α. «ραχίαν ποιοῡντος ἐν δήμῳ καὶ ψόφον», Πλούτ.
β. «ὄχλου τοιούτου ῥαχίαν ἠθροισμένην», Ποσειδ.)
4. απότομη, βραχώδης ακτή, στην οποία σπάζουν τα κύματα
(α. «ῥαχίαι ἁλίστονοι», Αισχύλ.
β. «ῥαχίαις ἀλιμένοις παραβαλών», Στράβ.)
5. ακτή, παραλία
6. παροιμ. φρ. «ῥαχίας λαλίστερος» — πιο φαφλατάς κι από φουσκωμένη θάλασσα, πολυλογάς, φλύαρος (Διογ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ῥαχία συνδέεται με το ρ. ῥᾱσσω / ῥᾱττω «χτυπώ, προσκρούω» και έχει σχηματιστεί είτε απευθείας από το θ. τού ρ. ῥάσσω (πιθ. < *Fράχ-, βλ. λ. ράσσω) με κατάλ. -ία είτε μέσω ενός αμάρτυρου ονόματος *ῥᾶχος «χτύπημα» (πρβλ. οἰκ-ία: οἶκος, ἀντλία: ἄντλος)].
————————
(II)
ἡ, Α·1. ράχη βουνού ή λόφου
2. το κάτω μέρος τής ράχης, τής ραχοκοκκαλιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥάχις + κατάλ. θηλ. -ία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ῥαχία — ῥᾱχίᾱ , ῥαχία flood tide fem nom/voc/acc dual ῥᾱχίᾱ , ῥαχία flood tide fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαχίᾳ — ῥᾱχίαι , ῥαχία flood tide fem nom/voc pl ῥᾱχίᾱͅ , ῥαχία flood tide fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίαι — ῥαχία flood tide fem nom/voc pl (ionic) ῥηχίᾱͅ , ῥαχία flood tide fem dat sg (attic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίη — ῥαχία flood tide fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίην — ῥαχία flood tide fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίης — ῥαχία flood tide fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίῃ — ῥαχία flood tide fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίῃσι — ῥαχία flood tide fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥηχίῃσιν — ῥαχία flood tide fem dat pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαχίαι — ῥᾱχίαι , ῥαχία flood tide fem nom/voc pl ῥᾱχίᾱͅ , ῥαχία flood tide fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”